Είναι δένδρο συνήθως μέτριο σε ύψος (20-25μ.) με διάμετρο που ξεπερνά το 1μ., κόμη πυκνή ωοειδή μέχρι στρογγυλή, ξηρόφλοιο σχισμένο, με μικρά στρογγυλά λέπια από το δέκατο χρόνο. Είναι είδος ημισκιόφυτο, υγροβιοτερο και ψυχροβιοτερο της Q. pubescens , βραδυαυξές σε μικρή ηλικία με έντονη πρεμνοβλαστικότητα. Απαιτεί συνήθως βαθιά νωπά και γόνιμα εδάφη.
Εξαπλωμένη σε όλη τη χώρα σε υψόμετρο (350-1000μ.) ακόμη και σε μικτές συστάδες μαύρης πεύκης κι ελάτης.
Τα φύλλα είναι αντίστροφα ωοειδή, βραχύμισχα, μεγάλα (10-18 εκ.) με στενή ωοειδή βάση, λοβωτές παρυφές, λοβούς απεστρογγυλωμένους και κόλπους μικρούς ή μεγάλους, που μπορεί να φθάνουν μέχρι το μεσαίο νεύρο και φαίνονται παράλληλοι μεταξύ τους.
Τα θηλυκά άνθη είναι πολλά μαζί σε κοντό και πλατύ ποδίσκο και ωοθήκη με στύλο σχισμένο σε 3-4 γλωσσοειδή στίγματα.
Ο καρπός είναι μονόσπερμο κυπελλοφόρο κάρυο, με απόδισκο ημικυκλικό και με λογχοειδή τριχωτά λέπια κύπελλο, που καλύπτει κατά το 1/3 και περισσότερο το σπέρμα.